παζλ, τεύχος 3

pazl_03_0415_exosite

συγκυρία, προσδοκίες και κυβερνοαριστερά

παζλ, τεύχος 3, απρίλης 2015

διαβάστε όλο το τεύχος [pdf] και σε μορφή φυλλαδίου [pdf]

Την τρέχουσα συγκυρία βρισκόµαστε σε ένα κοµβικό σηµείο στη διαδικασία διαχείρισης της κρίσης στην ελλάδα, την ανασυγκρότηση του κεφαλαίου και τη βίαιη προσαρµογή της ελληνικής κοινωνίας σε αυτό. Από τη µια µεριά, η διαδικασία αυτή είχε σαν αποτέλεσµα τη λεηλασία του κοινωνικού πλούτου, τη φτωχοποίηση µεγάλης µερίδας του πληθυσµού, την ανεργία, την υποτίµηση της εργασιακής δύναµης και την αφαίρεση κοινωνικών κεκτηµένων. Από την άλλη, οδήγησε σε αποσταθεροποίηση το πολιτικό σύστηµα, έβαλε τέλος στο κοινωνικό συµβόλαιο της µεταπολίτευσης και δηµιούργησε στην κυριαρχία ζήτηµα πολιτικής διαµεσολάβησης µετά την κατάρρευση του κραταιού δικοµµατισµού των πασοκ και νδ.

Την αναγκαιότητα κάλυψης αυτής της αντίφασης ήρθε να εξυπηρετήσει η κυβερνοαριστερά του συριζα σε συγκυβέρνηση µε την ακροδεξιά των ανελ. Από τη µια µεριά καλείται να εκτονώσει µέρος της συσσωρευµένης αγανάκτησης, επιστρέφοντας στην κοινωνία κάποια ψίχουλα από τη ληστρική επέλαση του κεφαλαίου. Από την άλλη, έρχεται να συνάψει ένα νέο κοινωνικό συµβόλαιο και να ανασυγκροτήσει τους µηχανισµούς πολιτικής αντιπροσώπευσης του αστικού µπλοκ. Αυτός είναι ο ρόλος της κυβερνοαριστεράς στην τρέχουσα συγκυρία: να αναλάβει την εξισορρόπηση ανάµεσα στην αναγκαία εφαρµογή της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και την ευρύτερη πολιτική νοµιµοποίηση και κοινωνική συναίνεση.

Προκειµένου να συνάψει το νέο κοινωνικό συµβόλαιο, ο σύριζα κάνει συγκεκριµένες επιλογές που χαρακτηρίζονται από την έλλειψη ταξικών θέσεων, τον εξοβελισµό του κοινωνικού ανταγωνισµού ως καθοριστικού στοιχείου διαµόρφωσης της κοινωνικής ζωής και την ιδεολογική επένδυση στον εθνοπατριωτισµό. Αυτό έχει σαν συνέπεια να γεφυρώνονται πλασµατικά οι κοινωνικοί διαχωρισµοί και να αποσιωπώνται οι εκµεταλλευτικές σχέσεις που επιβάλουν τα µικρά και µεγάλα αφεντικά και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι µέσα στην χώρα. Μια σειρά από κινήσεις, τόσο πριν όσο και µετά τις εκλογές, αποτέλεσαν τα διαπιστευτήρια της κυβερνοαριστεράς προς το αστικό µπλοκ ότι δε θα αµφισβητηθούν οι εσωτερικές ισορροπίες: µε το σεβ, τους εφοπλιστές, το γεεθα, την ελας, το παπαδαριό κλπ.

Το πολιτικό τζογάρισµα µε τον εθνοπατριωτισµό είναι παιχνίδι µε τη φωτιά καθώς ενισχύει ιδεολογικά τη ρητορική της ακροδεξιάς, σε µια συγκυρία που διατηρεί διευρυµένα κοινωνικά ερείσµατα. Ο κίνδυνος ενός φασιστικού µετώπου είναι πάντα υπαρκτός. Από τη µια, αυταρχικές έως και φασιστικές αντιλήψεις και πρακτικές έχουν διαχυθεί σε µεγάλο κοµµάτι του κοινωνικού σώµατος και από την άλλη, η ακροδεξιά πολιτικά βρίσκεται µε το ένα πόδι (ανελ) στη συγκυβέρνηση και µε το άλλο (νδ-χα) περιµένει στη γωνία για να ανασυγκροτηθεί. Ο φασισµός έχει καταφέρει να σταθεροποιηθεί ως πολιτική έκφραση ενός σηµαντικού κοµµατιού της ελληνικής κοινωνίας, αποτελεί ρητό πολιτικό πρόσηµο του στρατιωτικοποιηµένου µηχανισµού καταστολής και προσβλέπει στο να αποτελέσει την εναλλακτική της κυριαρχίας για τη βίαιη επιβολή των όρων του κεφαλαίου.

Θα πρέπει να σηµειώσουµε ότι η άνοδος της εκλογικής δύναµης του συριζα δεν ήρθε ως αποτέλεσµα της δυναµικής των κοινωνικών αγώνων και αντιστάσεων, όπως έγινε στη λατινική αµερική. Αντίθετα, εµφανίζεται τη στιγµή αµέσως µετά το τέλος µιας σειράς αγώνων της περιόδου 2010-2012 (συγκρουσιακές γενικές απεργίες, κινητοποιήσεις των πλατειών, λαϊκές συνελεύσεις) και την υπαναχώρηση των αδιαµεσολάβητων πολιτικών δράσεων την τελευταία τριετία. Είναι η αδυναµία του ανταγωνιστικού χώρου να αµφισβητήσει τη µορφή-κράτος και τη σχέση-κεφάλαιο στην οργάνωση της κοινωνικής ζωής και να δώσει µια ριζοσπαστική απάντηση στην αντίφαση της καπιταλιστικής κρίσης. ∆εν κατάφερε από τη µια να οργανωθεί προς τον συλλογικό µετασχηµατισµό της κοινωνίας και από την άλλη να αντιµετωπίσει ένα αναβαθµισµένο νοµικό οπλοστάσιο, σκληρή κρατική καταστολή και τους ιδεολογικούς µηχανισµούς χειραγώγησης των µµε, που αποτέλεσαν τα βασικά εργαλεία επιβολής του δόγµατος του νόµου και της τάξης.

Γύρω από την κυβερνοαριστερά (και το ποτάµι) προσκολλήθηκαν µεγάλα µικροαστικά κοµµάτια τα οποία διαποτισµένα από την κυρίαρχη ιδεολογία του ατοµικού συµφέροντος, του ονείρου της κοινωνικής ανόδου, της κατανάλωσης και του λάιφστάιλ, επιζητούν την επιστροφή στην κανονικότητα και την αποκατάσταση της βολεµένης ζωής των περασµένων δεκαετιών. Μια ιδεολογία που διαπέρασε και τµήµατα της εργατικής τάξης, η οποία αντάλλαξε κάποια προνόµια που έλαβε τα προηγούµενα χρόνια µε τη συναίνεση για την επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου στα βαλκάνια και την εκµετάλλευση µε όρους σκλαβιάς του παρανοµοποιηµένου διεθνούς προλεταριάτου αλλά και των εγχώριων επισφαλώς εργαζόµενων. Είναι αυτά τα κοµµάτια που λόγω της υλικής συνθήκης που απολάµβαναν τα προηγούµενα χρόνια και της ιδεολογίας που αφοµοίωσαν, προσκολλώνται στο αστικό µπλόκ.

Εµείς, απέναντι στην πολιτική της κοινωνικής συναίνεσης και ενσωµάτωσης, της τρέχουσας περιόδου, προτάσσουµε την ανάπτυξη µιας ριζοσπαστικής θεωρίας και πράξης που θα διαπερνά το χτίσιµο του νέου φαντασιακού της κυβερνοαριστεράς, θα τοποθετείται ανταγωνιστικά στα ζητήµατα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, θα στέκεται αλληλέγγυα στους εκµεταλλευόµενους και ειδικά στους µετανάστες και θα κινείται συλλογικά προς την κοινωνική χειραφέτηση.

Παράλληλα, θεωρούµε αναγκαία µια οργανωτική συγκρότηση µε σαφή ταξικό προσδιορισµό, που από τη µια µεριά θα ενισχύει τις ανταγωνιστικές κοινωνικές δοµές (στέκια, κοινωνικά ιατρεία, συλλογικές κουζίνες, µέσα αντιπληροφόρησης, κολλεκτίβες εργασίας κλπ) και από την άλλη θα αποτελεί το πλαίσιο συντονισµού ανάµεσα στις επιµέρους πολιτικές οργανώσεις (σωµατεία βάσης, συνελεύσεις γειτονιάς, συλλογικότητες κλπ) του ανταγωνιστικού χώρου.